Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα cinema festival. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα cinema festival. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

23/1/11

51ο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης - κάλλιο αργά παρά .. αργότερα!

Το Ολύμπιον
Αυτό το post έπρεπε κανονικά να έχει γραφτεί μέσα Δεκέμβρη, στην πορεία όμως προέκυψαν χριστουγεννιάτικες διακοπές, υποχρεώσεις και νέα θέματα, και να που φτάσαμε τέλη Ιανουαρίου. Τελος πάντων, από το ολότελα, πάρτε το τώρα και hush hush!

Η Αποθήκη Γ στην προβλήτα
Πολλά χρόνια τώρα, από όταν ήμουν φοιτήτρια στα πρώτα έτη, θυμάμαι να λέω πως θέλω να πάω στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αλλά φέτος μόλις κατάφερα να πάω, και δυστυχώς για 3 μέρες μόνο. Έστω, είπα και έφτασα με την Ήρα εκεί παρασκευή απόγευμα και αμέσως τρέξαμε να δούμε την πρώτη μας ταινία. Στην πλατεία Αριστοτέλους, απέναντι απο το γνωστό Ολύμπιον, υπήρχε ένα γυάλινο κουτί-δωμάτιο από όπου μπορούσες να προμηθευτείς εισητήρια, προγράμματα κλπ κλπ. Αρχικά, εγώ πήγαινα για το "The imperialists are still alive!" αλλά μας την έκανε, δεν είχε πια εισητήρια, πράγμα λογικό βέβαια, μόλις μία ώρα πριν την προβολή. Εφόσον δεν το παρακολούθησα δε μπορώ και να σας πω με σιγουριά περί τίνος πρόκειται, αλλά εμένα προσωπικά με ενδιέφερε πολύ το θέμα: μια κοπέλα που ζει στο Μανχάτταν μες τη χλίδα, ακολουθεί παράλληλα τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή καθώς από εκεί κατάγεται. Από ότι καταλαβαίνω, η ταινία μεταξύ άλλων, τονίζει αυτή τη διπλή ταυτότητα του να είσαι βολεμένος πλην πάντα ξένος σε άλλη χώρα, ιδέα πολύ γνωστή στην ιστορία μας, που όμως με απασχολεί πάντα, ειδικά όσο έβγαινα με τον Άγγλο μου και σκεφτόμουν ότι ενδέχεται να μετακομίσω κάποτε Αγγλία. Νομίζω ότι αυτή η αίσθηση διπλής ταυτότητας και μη απόλυτης ενσωμάτωσης είναι ότι πιο αναμενόμενο όταν είσαι μετανάστης, αλλά για κάποιο λόγο πιστεύω ότι θα μπορούσε να με τρελάνει κανονικά. Anyway, να και το trailer:




Τελικά, είδαμε στην μάλλον μικρή αίθουσα John Cassavetes -<3- στην προβλήτα, το "La Lisiere" (Η άκρη), ένα πάρα πολύ ατμοσφαιρικό γαλλικό έργο, στο οποίο παίζουν βασικά έφηβοι και παιδιά, των οποίων η ταινία τονίζει κυρίως την σκοτεινή πλευρά. Εγώ προσωπικά το απόλαυσα πολύ και δεν το περίμενα τόσο καλό. Το ξέρω ότι δεν είναι ακριβώς πρωτότυπη η ιδέα μιας ομάδας εφήβων στην επαρχία που παίζουν επικίνδυνα παιχνίδια, βγάζουν λάθος συμπεράσματα, γίνονται εριστικοί και ανεδείς και τελικά φτάνουν ακόμα και στο έγκλημα, και όλα αυτά εν μέρει λόγω της μαλακίας της εφηβείας τους και της ανικανότητας των γονιών τους, αλλά ο τρόπος με τον οποίο παρουσιάζονται όλα αυτά είναι πρωτότυπος και λίγο ανατριχιαστικός. Πολύ ησυχία, πολύ δάσος, πολύ νύχτα, τα περισσότερα γίνονται χωρίς εξηγήσεις ή λόγια, και αυτό χτίζει την ατμόσφαιρα. Τρομάζεις παρόλο που δεν είναι ταινία τρόμου. Και οι νέοι που παίζουν είναι όλοι τους, αγόρια κορίτσια, πολύ χαρακτηριστικές και ιδιαίτερες φάτσες που σε γοητεύουν παρόλο που θες να τα σπάσεις όλα στο ξύλο. Πιστεύω αξίζει να τη δείτε, αλλά να περιμένετε κάτι πιο σοφιστικέ και ήρεμο, που βασικά πλάθει χαρακτήρες, και να την αντιμετωπίσετε ως παραμύθι ή τραγωδία, αλλιώς δεν θα πάρετε εξηγήσεις και δεν θα σας αρέσει η κατάληξη. Κατ' εμέ, ότι έγινε στο τέλος, ήταν η λογική συνέχεια όλης της ταινίας και δεν υπήρχε άλλος δρόμος.


Το σάββατο δεν πήγαμε να δούμε καμία ταινία καθώς 1ον ήμασταν πολύ απασχολημένες με το να διασκεδάζουμε με άλλους τρόπους και 2ον δεν μας είχε κάνει κλικ καμία ταινία εκτός από το περιβόητο Black Swan το οποίο όμως θα μπορούσαμε να δούμε και εκτός φεστιβάλ. Πήγαμε όμως στο πάρτυ λήξης του φεστιβάλ και ιδού: είχαμε πρώτα φάει και πιει στα λαδάδικα, οπότε όταν το παιδί που μας φιλοξενούσε πρότεινε τσάμπα μπύρες στο πάρτυ στην αποθήκη Γ, που βρίσκεται στο τέρμα της προβλήτας και δίπλα στα λαδάδικα, ξεχάσαμε την κούραση μας και τρέξαμε εκεί γύρω στις 2 το βράδυ. Παγωνιά στην προβλήτα, αλλά μέσα έβραζε ο τόπος. Η αποθήκη Γ είναι ένα μακρόστενο κτίριο που στο εσωτερικό του εκτός από τον ισόγειο χώρο, έχει και ένα τεράστιο πατάρι-μπαλκόνι που "τρέχει" καθ' όλη την περίμετρο και όπου γινόταν Ο χαμός! Από ένα σημείο και έπειτα ο κάτω χώρος ήταν άδειος και όλοι χόρευαν πάνω. Η κατάσταση ήταν τρομερή, ο κόσμος χόρευε, όχι μαλακίες, και ήταν μάλιστα πολύ καλός κόσμος, από συμπαθείς φυτούκλες σινεφίλ, μέχρι παρτυανιμαλάκια του τσάμπα ποτού, όλα τα είδη του κουλτουρέ και του χύμα σε ένα ωραίο μείγμα. Κρίμα που ήμουν τόσο κομμάτια από τα προηγούμενα ξενύχτια, τα ποτά και το ασυνήθιστο σε εμένα κρύο των ημερών!


Την κυριακή, τελευταία ημέρα του φεστιβάλ, ήθελα σαν τρελή να δω το "The myth of the american sleepover" αλλά από λάθος προγραμματισμό χάσαμε την προβολή. Δεύτερη επιλογή μας το "Der Kameramörder" (Ο δολοφόνος με την κάμερα), αλλά και αυτό το χάσαμε γιατί δεν είχε εισητήρια. Τρίτη επιλογή το "Unter dir die Stadt" (Η πόλη κάτω σου) το οποίο θα έπρεπε να είχαμε δει αντί να πέσουμε στην φρικτή παγίδα του Απίτσατπονγκ Βιρασετάκκουν - που περιέργως γράφεται Weerasethakul!! Πήγαμε λοιπόν να δούμε μια ταινία αυτού του Ταϋλανδού με το ανεκδιήγητο όνομα γιατί σκεφτήκαμε να τιμήσουμε το αφιέρωμα στη φιλμογραφία του και είχαμε και περιέργεια, τρομάρα μας, να δούμε τι είναι. Στο επίσημο site του φεστιβάλ λέει κάπου "[...] τα «μυστηριώδη αντικείμενα», όπως πολύ εύστοχα –όσο και αμήχανα– έχουν ονομάσει τις τόσο αταξινόμητες δημιουργίες του. Λοιπόν, εγώ τα ταξινομώ στην κατηγορία γκάου-μπίου-τι-θέλει-να-πει-ο-ποιητής-βαρεμάρα-της-φυσούνας. Πρόκειται για ε ξαι ρε τι κά αργές -χμ- ταινίες με διάσπαρτες ιδέες και μη συμπαγές σενάριο, που σίγουρα μαγεύουν κάποιους εκλεκτούς, αλλά εμένα την ανίδεη με στέλνουν για τρίτο όνειρο. Μη με παρεξηγείτε: ξέρω ότι βλέπω πολύ πιο δύσκολο cinema από τον πολύ κόσμο και ότι το απολαμβάνω κιόλας, αλλά ο κύριος Βιρασετάκκουν για μένα δεν είχε απολύτως κανένα όφελος. Δεν ξέρω αν ποτέ στη ζωή μου είδα πιο βαρετή και χωρίς νόημα σε εμένα ταινία. Έκατσα παρόλα αυτά σε όλη την προβολή γιατί ενώ είχε αδειάσει η μισή μικρή αίθουσα του Ολύμπιον, εγώ επιμένω ότι είναι μεγάλη ντροπή και κακοί τρόποι να παρατάς ένα έργο στη μέση. Λίγοι θα καταλάβατε τι εννοώ όμως με το τελευταίο μέρος της εύστοχης ονομασίας μου (!), οπότε θα σας εξηγήσω: στο "Syndromes and a century" που παρακολουθήσαμε, υπήρχε προς το τέλος μία σκηνή όπου η κάμερα έδειχνε ένα άδειο σχετικά δωμάτιο, στο οποίο έφτανε κάπως μια φυσούνα, σαν αγωγός μετρίου μεγέθους που δεν οδηγούσε πουθενα, και η οποία ρούφαγε τον καπνό/ατμούς από το δωμάτιο. Η κάμερα πλησίαζε αργά το αντικείμενο το οποίο κρεμόταν στο ύψος των ματιών από το ταβάνι. Η σκηνή κράτησε χωρίς υπερβολές περισσότερο από 3 λεπτά, και έδειχνε μόνο αυτό: τη φυσούνα! Πλέον είχαμε φτάσει τόσο κοντά της που νόμιζες ότι θα σε ρουφήξει και καλά να πάθεις εσύ που ήρθες να την δεις να αναπνέει μες τη μούρη σου, αγενή και μικρέ θεατή! Κάπου εκεί κόντεψε να μου στρίψει, αλλά ευτυχώς με έσωσε η Ήρα που άρχισε να γελάει νευρικά και σιγά στην αρχή, αλλά πιο κελαριστά και ξεδιάντροπα στην συνέχεια, οπότε και ακολούθησαν οι γύρω μας και στη συνέχεια ένα αγενές και λυτρωτικό χάχανο απλώθηκε στην αίθουσα. Ήταν τέλειο! Αν αυτού του είδους την ένωση ψυχών είχε στο μυαλό του ο Βερασεθακούλ, τα κατάφερε, ο Πιτσκαντάν! (Ας μη με μυνήσει που κάνω αστεία με το όνομα του....)

Ιδού η σκηνή! Το "πολύ καλό" αρχίζει από το 3ο λεπτό... Ανέφερα την εκνευριστική μουσική?



Η μεγάλη αίθουσα του Ολύμπιον

Το βράδυ της ίδιας μέρας, ήρθε και το δεύτερο τμήμα της λύτρωσης: ένα αγόρι μου χάρισε προσκλήσεις για την προβολή της νικήτριας ταινίας του διεθνούς διαγωνιστικού τμήματος στη μεγάλη αίθουσα του Ολύμπιον! Τον ευχαρίστησα και με κάποιο δισταγμό, λόγω του Απίτσατπονγκ, πήγαμε να δούμε άλλη μία άγνωστη ταινία, μόνο που αυτή τη φορά δεν ξέραμε πραγματικά ποια θα δούμε. Τελικά είχε κερδίσει το "Periferic" (Στις Παρυφές), το οποίο μου άρεσε αρκετά και είχε συμπαθές και πικρό τέλος, μαζί με μια ωραία γενική αποτύπωση της βρώμικης, μπλεγμένης και λαϊκής ζωής ενός ανθρώπου του περιθωρίου, που όμως έχει πλέον στόχους και αγωνίζεται με πείσμα για αυτούς. Η πρωταγωνίστρια όντως απογείωνε το έργο. Επιπλέον η μεγάλη αίθουσα του Ολύμπιον είναι πραγματικά υπέροχη και αν ζούσα στη Θεσσαλονίκη θα ήταν είχα, όπως έχω εδώ, το Αττικόν.




Σε γενικές γραμμές, 3 ταινίες και 1 πάρτυ (κατά το 3 γάμοι και 1 κηδεία :Ρ) ήταν μια όμορφη μικρή δόση του φεστιβάλ, και μακάρι να έχω χρόνο για να ξαναπάω του χρόνου!

8/10/10

Νύχτες Πρεμιέρας και Μέρες Έντασης - Η προετοιμασία

Φέτος, έχοντας για πρώτη χρονιά  μετά από πολύ καιρό την δυνατότητα να βρίσκομαι στην Αθήνα καθ’ όλη τη διάρκεια του Σεπτέμβρη (και χωρίς κάποια κακογαμημένη εξεταστική σεπτεμβρίου στην πλάτη μου), αποφάσισα ότι θα έκανα ένα δώρο στη σινεφίλ πλευρά μου και θα παρακολουθούσα επιτέλους με την απαιτούμενη ευλάβεια και οργάνωση τις Νύχτες Πρεμιέρας. Έτσι , αγόρασα, ω ναι, μία κάρτα 10 προβολών παρά την κατεστραμμένη οικονομική μου κατάσταση, για την οποία ακόμα και αυτό το μικρό έξοδο των 35 ευρώ, ήταν μεγάλος καημός και βάρος. Όμως, τι χαρά, θα έβλεπα 10 ταινίες για 3,5 ευρώ τη μία!! Και μάλιστα τις περισσότερες στο Αττικόν που το λατρεύω από παιδί!
 
Ένα βραδάκι λίγες μέρες πριν αρχίσει το φεστιβάλ, μαζευτήκαμε με τις τρελές στο Dandy, στο Φάρο, που έχει γίνει το καινούριο μας Central Perk, λόγω απομόνωσης και εγγύτητας. Από παλιά, δεν το κουνάμε ρούπι παραπέρα από τη γειτονιά μας απλά για να δούμε η μία την άλλη, τις καθημερινές. Φέραμε λοιπόν, τα προγράμματα μας και τα στυλό μας και από μια ατζέντα η κάθε μία, και επί 2 ώρες περίπου παίξαμε το παιχνίδι του «ποια θα πείσει και πόσες, να έρθουν μαζί της σε ποια ταινία». Ωραίο παιχνίδι και αρκετά θορυβώδες. Χαοτικό θα έλεγε η σερβιτόρα. Εγώ να θέλω να πάω και σε πιο κουλτουροκαταστάσεις, αλλά να προτιμάω τελευταία στιγμή την ασφάλεια της παρέας και τις σίγουρες λύσεις. Η Λ. να τα διαβάζει εκατό ώρες μόνη της, στα μισά να μη μπορεί να πάει λόγω δουλειάς και στα άλλα μισά να μη θέλει να πάει με τίποτα και ας μη έχει διαβάσει πραγματικά περί τίνος πρόκειται. Κάθε τόσο να παίρνει τηλ τον κοκό για να δει και τι θέλει αυτός να κάνει, λογικό. Η Ε., περίπτωση από μόνη της ειδική, να θέλει να πάει σε όλα, οπότε το θέμα ήταν κατά πόσο εγώ ή η Λ. πρώτη θα την έπειθε και θα την έπαιρνε τελικά με το μέρος της σε περίπτωση ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός μας δε, φτηνός, λόγω χαρωπής διάθεσης και σανγκρίας με πολλά πολλά πολλά ψιλοκομμένα φρουτάκια – κόντεψα να πνιγώ, από πότε τα κάνουν εντελώς φύλλο και φτερό οι παλιοβουπουδίτες? – οπότε και τα επιχειρήματα μας βαρεμένα όσο δεν πάει: «…ζει τον απόλυτο έρωτα, ακούς, τον απόλυτο, αυτό να πάτε να δείτε!» «Ναι ναι! Τέλεια, αυτό θα πάμε να δούμε Εύα!» «Μα μετά λέει ότι εκθέτει τις φωτογραφίες από τους οργασμούς τους εν αγνοία της, ποιος απόλυτος έρωτας μωρέ??» η Ε. δεν ακούει πια, πωρώθηκε με τη συγκεκριμένη ταινία ήδη, σε μια φράση. «Ρε παπάρα, τι της λες πάλι και την παραπλανείς? Θα νομίζει ότι πάμε να δούμε ρομαντική κομεντί με τη Ντρου Μπάριμορ..!» Εν τω μεταξύ, φτάνει και ο τέταρτος καππαδόκης, η οποία επίσης πείθεται σε δευτερόλεπτα για τη συγκεκριμένη προβολή από τον ενθουσιασμό της Ε. με την οποία είναι κάτι σαν τα shōnen και τα panty shots, πάνε πακέτο πάντα. Η Λ. με κοιτάει με σατανικό χαμόγελο και σηκώνει φρύδια. «Αααα, δε το πιστεύω! Επίτηδες μωρή τα παραπλανείς τα έρμα?? Αφού δεν θα έρθεις ΚΑΝ εσύ!!!!» «Ναι, να πάτε, να πάτε!!»

Όταν φεύγουμε πια, το κεφάλι μου είναι καζάνι από την υπέροχη κατά τ’ άλλα σανγκρία που τόοοοσο πολύ επικίνδυνα αγαπώ τον τελευταίο καιρό που έχω και καλά κόψει το κάπνισμα (βλ. νόμο των υποκατάστατων προϊόντων) και από τις παλαβομάρες μας. Ειλικρινά, μετά από 2 ώρες, plus την προετοιμασία που είχα κάνει σπίτι, πλέον δεν έχω καμία ιδέα, για την ακρίβεια είμαι σίγουρη μόνο για 3 έργα. Σκατά.

Είμαι πολύ χαρούμενη που επέστρεψε στην Ελλάδα η Ε.! Εκτός του ότι μου είχε λείψει αρκετά εδώ και ένα χρόνο, είναι επίσης απολύτως εμφανές το πόσο μας δένει σαν παρέα. Όχι ότι δεν το ήξερα ήδη δηλαδή, εικοσιένα χρόνια που τις ξέρω, αλλά καλό είναι να τα λέμε και αυτά. Οι απλές συναντήσεις μας αυτές, γίναν πάλι μικρογραφίες πάρτυ τύπου σεξ-και-η-πόλη-σας, το είδος αυτό που σνομπάρουν τα αγόρια και καλά, και που ίσως και εγώ σνομπάρω όταν το βλέπω σε άλλες γυναικοπαρέες. Γάμα το, την έχω τόσο ανάγκη αυτή τη ζεστασιά που μου δίνει η δυνατότητα να είμαι απλά σαν χαζοβιόλα με αυτά τα συγκεκριμένα κορίτσια.

Την επόμενη μέρα, αυτός ο κουραμπιές η Ε. και εγώ έπρεπε να πάμε να κλείσουμε θέσεις για τα έργα που θέλαμε σίγουρα να δούμε, και για τις άλλες κοπέλες επίσης. Περιττόν να σας πω, ότι μέχρι το επόμενο μεσημέρι, είχα λάβει δυο μηνύματα από την Λ. για αλλαγές, 5-6 μηνύματα από τους άλλους φίλους μου που ο καθένας τους άλλαζε γνώμη κάθε τέταρτο, και ένα μήνυμα από την Ε. όπου παραδεχόταν με χάρη τα αυτονόητα: «Το μυαλό μου και μια λίρα! Μάλλον ξέχασα το πρόγραμμα στο καφέ! Ελπίζω να θυμάσαι που είχαμε καταλήξει!» Κατέρρευσα στο κρεβατάκι μου. Σωθήκαμε τώρα! Μπλιάχ, μυρίζω ακόμα σανγκρία?